λ_ink #05-06.3.

 

Θανάσης Δεληγιάννης – Αντριάνα Μίνου

 

Αδράστεια

 

 

 


 

Χαρακτήρες
Αδράστεια (γυναίκα του Πενθέα)
Πενθέας (αρχηγός των αστυνομικών δυνάμεων)
τρεις Μινυάδες (τρεις αδερφές, μικροαστές νοικοκυρές)
αστυνομικές δυνάμεις (δύο αγόρια)
κοριτσάκι (ένα μικρό αγόρι μεταμφιεσμένο)

Ενορχήστρωση
τσέμπαλο
κλαρινέτο
μπάσο κλαρινέτο
φαγκότο
κρουστά (ένας κρουστός)


ΣΕΝΑΡΙΟ

 

Το κοινό μπαίνει στην αίθουσα αντικρίζοντας την Αδράστεια να κακομεταχειρίζεται τον Πενθέα, ενώ οι μουσικοί παίζουν απολαμβάνοντας τη σκηνή. Υπάρχει μία σαδομαζοχιστική ατμόσφαιρα.

Η Αδράστεια συμπεριφέρεται στον Πενθέα σαν σκλάβο (τον έχει δεμένο με ένα λουράκι) με εμφανώς σεξουαλική διάθεση. Ο Πενθέας είναι αποχαυνωμένος. Προσπαθεί να ξεπεράσει τη σύγχυσή του. Καθώς η Αδράστεια μονολογεί για το ποια ήταν, ποια είναι και το ποιος είναι ο εραστής της, ο Πενθέας ακολουθεί το δικό του μονόλογο προς την αποκατάσταση της ταυτότητάς του.

Ως παράλληλη δράση, οι τρεις Μινυάδες αδερφές διακόπτουν κάθε τόσο τους ταυτόχρονους μονολόγους της Αδράστειας και του Πενθέα. Οι Μινυάδες, μικροαστές νοικοκυρές, βγαίνουν στο μπαλκόνι τους αποδοκιμάζοντας τα νέα των ειδήσεων της τηλεόρασής τους: φοιτητικές εξεγέρσεις στους δρόμους.

Καθώς το έργο προχωρά, ο μονόλογος της Αδράστειας την οδηγεί σε μία μεταμόρφωση κατά την οποία καταλήγει να είναι μία γυναίκα φοβισμένη, γυναίκα ενός άντρα που ασκεί πάνω της εξουσία. Η εικόνα που βλέπουμε είναι αυτή μιας γυναίκας-θύμα, η οποία φαίνεται βιασμένη, ψυχολογικά τουλάχιστον, από τον άντρα-εραστή της. Οι ρόλοι λοιπόν έχουν αντιστραφεί: και ο Πενθέας έχει πια θυμηθεί την ταυτότητά του και την αποστολή του. Έχει μεταμορφωθεί σε αφέντη. Σε αυτό συνέβαλαν και οι παρεμβολές με τηλεβόες απ’ έξω: είναι οι αστυνομικές δυνάμεις (μικρά αγοράκια) που καλούν τον Πενθέα –τον αρχηγό της αστυνομίας– να κατέβει, ώστε να φύγουν για να καταστείλουν τις φοιτητικές εξεγέρσεις.

Άλλη μία μεταμόρφωση λαμβάνει όμως χώρα: είναι οι Μινυάδες που, καθώς η εξέγερση πλησιάζει στο σπίτι τους, μαίνονται και κατεβαίνουν στο δρόμο σε έκσταση, μαζί με το υπόλοιπο πλήθος. 

Από τη σκηνή πια έχει φύγει και ο Πενθέας (και αυτός κατευθυνόμενος προς το εξεγερμένο πλήθος) αφήνοντας την Αδράστεια μόνη να σιδερώνει βουβή και αποχαυνωμένη.

Μετά από λίγο, μπαίνουν στη σκηνή δύο αγόρια (ντυμένα γενίτσαροι: με πανοπλία από φλουριά, σπαθί και με το πρόσωπο καλυμμένο με λευκή μάσκα – είναι δύο από τα αγόρια που αποτελούν τις αστυνομικές δυνάμεις). Αρχίζουν να διηγούνται στην Αδράστεια τι συνέβη στο δρόμο, όπου το μαινόμενο πλήθος, με επικεφαλής τρεις γυναίκες, διαμέλισε τις αστυνομικές δυνάμεις –μαζί και τον Πενθέα– και πως μόνο τα δυο τους σώθηκαν.

Μετά την εξιστόρησή τους, η Αδράστεια σταματά να σιδερώνει και αρχίζει μία τελετή: μεταμορφώνεται σε αυτό που είναι: Αδράστεια-αρχέτυπο· πετά όλες τις άλλες της μορφές, και αυτό που γίνεται τις εμπεριέχει.

Στη διάρκεια της τελετής αυτής εμφανίζεται ένα μικρό αγόρι μεταμφιεσμένο σε κορίτσι. Ρωτά την Αδράστεια γιατί δεν είναι στους δρόμους μαζί με τους άλλους. Τα δύο αγόρια αντιδρούν αμέσως: αρχίζουν ένα άγριο κυνηγητό σε όλη τη σκηνή, κατά το οποίο το μικρό αγόρι χάνει την κοριτσίστικη αμφίεσή του και αποκαλύπτεται. Η Αδράστεια, ανεπηρέαστη, συνεχίζει την τελετή της με αργές, πολύ σίγουρες κινήσεις (φορά το ένδυμά της – ακόμα κι αν αυτό θα σήμαινε πως γδύνεται). Το κυνηγητό οδηγεί τα τρία παιδιά εκτός σκηνής.

Η Αδράστεια έχει μεταμορφωθεί – ακίνητη, χάνεται μέσα στο σκοτάδι της σκηνής καθώς τα φώτα σβήνουν. Χάνεται και η πραγματικότητα του έργου – το έργο τελειώνει εδώ.


ΛΙΜΠΡΕΤΟ

 

[ αποσπάσματα ]

 

Στη σκηνή, η Αδράστεια με τον Πενθέα. Μία σαδομαζοχιστική κατάσταση, κατά την οποία η Αδράστεια συμπεριφέρεται σαν αφέντρα στον Πενθέα, ένα ρόλο που της δίνει και ο τελευταίος. Κατά τη διάρκεια των ταυτόχρονων μονολόγων τους, οι ρόλοι θα αντιστραφούν ενώ η σαδομαζοχιστική κατάσταση θα εξαφανιστεί.

 

Αδράστεια (ταυτόχρονα με τον Πενθέα)

 

Πατεραστή

Γιεραστή

Γεραστή

Πληγεραστή

Πληγιερέ εραστή

Πληγιερέ βιαστή

Ιεραστή

Γιερέ πατεραστή

Ιερέ βιαστή

Ανόμοιέ μου

Μπορώ να είμαι ξανά

Αποτρόπαιο Μαύρο Πουλί

Σκληρά φτερά σπρώχνουν το δέρμα μου προς τα έξω

Το δέρμα μου από κέλυφος αυγού

Πενθέα, είσαι προσκεκλημένος

Κι ο οικοδεσπότης σου πολυδέγμων

Πενθέα Αγήραε

Το μόνο που θα φοβάμαι όταν θα είμαι Νύχτα και πάλι

Πενθέα Ανόμοιέ μου

Θα είναι θα είμαι Νύχτα

Θα είναι μήπως σε γεννήσω ξανά

Αγήραο και πάλι

Ανόμοιε Πενθέα

Θέλεις ν’ αφήσεις τα ίχνη των πελμάτων σου

Σ’ ολόκληρο το τσόφλι του πλανήτη

Μα είσαι προσκεκλημένος

Κι ο οικοδεσπότης σου πολυδέγμων

Γι’ αυτό τα πέλματά σου πρέπει να τα γδάρω

Και το πετσί τους να το κάνω μάσκα ή βέλο

Οι φρουροί των τειχών θα το αρπάξουν το βέλο μου

Και θ’ αποστρέψουν το βλέμμα

Όταν δουν το μηδέν να χάσκει εκεί που φανερώθηκε η όψη μου

Μικροί εραστές 

Μικροί γιοι και πατέρες και πάλι γιοι

Σας οικτίρω όσο μπορώ ακόμα

Καημένα μικρά κοτοπουλάκια που τουρτουρίζετε από επιθυμία

Τάχα ποιο αυγό έπρεπε να σπάσει για χάρη σας

Ποια ανυποψίαστη μήτρα σάς ζέστανε μες στο σκοτάδι

Μα γιατί δεν ανάβεις το φως;

Πρέπει πρέπει έπρεπε πρέπει

Μην ξεχνάς

Διαρρήκτη της μήτρας μου και του σκοταδιού μου

Εσύ τυφλός κισσός που ανάδεψε μέσα στα σπλάχνα μου

Κάποια ρωγμή που ανάβλυσε φιλημένα βλέφαρα

 

[…]

 

 

Πενθέας (ταυτόχρονα με την Αδράστεια)

 

                                       Πάψε

                      Πες μου πάψε

                      Πες μου πάψε ξανά

Εσύ               πες μου πάψε ξανά

Εσύ εσύ         πες μου πάψε ξανά κάνε με να

Εσύ εσύ εσύ πες μου πάψε ξανά κάνε με να πάψω εσύ

                                       Ανήλεη

                                         Οργή ανήλεη 

                            Δώσ’ μου οργή ανήλεη

                            Δώσ’ μου οργή ανήλεη κι άλλη

                            Δώσ’ μου οργή ανήλεη κι άλλη δική μου

Εσύ εσύ εσύ δώσ’ μου οργή δική σου οργή ανήλεη κι άλλη δώσ’ τη μου δική μου οργή ανήλεη οργή κι άλλη

         Για να χτίσω

               Να χτίσω

               Να

Οργή για να χτίσω

                                         Λέξεις

                                         Λέξεις πέτρινες

               Λιθοβόλησε με λέξεις   πέτρινες

         Με λιθοβόλησε  με λέξεις  πέτρινες

Κι αυτή με λιθοβόλησε με λέξεις  πέτρινες λέξεις ατσάλινες λέξεις σιδερένιες

            Κι αυτή κι εγώ  λιθοβόλησε εσύ κι αυτή κι εγώ  και λέξεις πέτρινες που δεν έχουν προορισμό

                            Μόνο

                            Μόνο     λέξεις

                            Μόνο οι λέξεις

                            Μόνο οι λέξεις πέτρινες

Στοιβάζονται   μόνο οι λέξεις πέτρινες

Στοιβάζονται

Στοιβάζονται η μια πάνω στην άλλη και με φτιάχνουν ξανά

                                         Με φτιάχνουν ξανά

                                             Με φτιάχνουν    εμένα

Ήμουν απών 

 

Αγνοούμενος

Στοιβάζονται                    και με φτιάχνουν ξανά πελώριο τείχος

                                                                                 Τείχος του θυμού
                                                            πελώριο τείχος του θυμού

               Εγώ

               Εγώ είχα πελώριο τείχος του θυμού

               Εγώ είχα γενειάδα

Κάποτε   εγώ είχα γενειάδα είχα

Κάποτε   είχα εγώ γενειάδα ματοβαμμένη

Κάποτε   είχα εγώ γενειάδα αιματοβαμμένη και μουστάκια που στάζαν κραυγές

                                                            εγώ έσερνα

                       Ένα πλήθος     κάποτε    εγώ έσερνα

Σαν αλέτρι       ένα πλήθος      κάποτε           έσερνα εγώ

Σαν αλέτρι       ένα πλήθος      κάποτε           έσερνα ξοπίσω μου

Σαν αλέτρι φονικό ν’ αυλακώνει τις σάρκες της γης

Εγώ

Πελώριος πάλι

Θυμάμαι

               Το όνειρο που ξεχνούσα

Θυμάμαι   το όνειρο που ξεχνούσα κάθε πρωί

                                          Εγώ πελώριος

Απλωμένος παντού     εγώ πελώριος

Αγκαλιάζω τη γη και τη σφίγγω

Τη σφίγγω ώσπου να της κοπεί η ανάσα

Εγώ πελώριος κι αυτή ευτυχισμένη λες κι ήμουν ο εραστής της

Πνίγεται πνίγεται 

Απ’ τα γέλια

Εγώ πελώριος

Πνιγμένη 

Πελώριος

Πενθέας

         Ξανά το θεόρατο τείχος

         Ξανά δικός μου και μόνος

Έξω ξανά και μπροστά τους

Έξω

Εκτός

Κοφτερός ηγεμόνας ανήλεος

          Αιχμή 

                       Μπροστά απ’ το αγνοούμενο πλήθος

          Ξανά Αιχμή της οργής

Έξω εγώ         θεόρατο τείχος

          Ξανά                  οργή

          Ξανά θυμός

          Ξανά λίθος

 

(βγαίνει από τη σκηνή)

 

 

 

 

Τρεις Μινυάδες (ως παράλληλη δράση-παρεμβολές στους μονολόγους της Αδράστειας και του Πενθέα)

 

[…]

 

Τρίτη παρεμβολή

 

α: μπαίνει απ’ το παράθυρο

β: κλείσε λοιπόν

α: ο καπνός

β: κλείσε κλείσε να κρυφτούμε

α: να κρυφτούμε

γ: μια κρυψώνα μικρή να μας χωρέσει

α: κλείσε

β: φοβάμαι να πλησιάσω

α: ο καπνός 

γ: τσούζουν τα μάτια μου

β: κλείσε το παράθυρο

α: δεν κλείνει

γ: κάποια πέτρα θα το ’σπασε

α: το δικό μας παράθυρο

β: το παράθυρο εδώ

γ: μα ήταν εκεί τώρα πώς

β: τώρα πώς το εκεί είναι εδώ

α: να κρυφτούμε

β: θα μας βρουν

γ: κοίτα πώς άκου πώς 

αβ: τα χτυπήματα 

αβγ: κλειδώστε τις πόρτες

γ: δεν ξέρω πια

αβ: κλειδώστε κι αμπαρώστε

γ: αν είμαι από μέσα ή απ’ έξω

α: η σκόνη

β: θα μπει απ’ τις χαραμάδες

α: να σκουπίσω

β: θα τρυπώσει 

α: το αίμα τους

β: θα πιτσιλίσει το παρκέ

γ: μυρίζω τον καπνό αγγίζω τη σκόνη

αβ: τα κόκαλα που σπάνε

γ: άκου

αβ: οι μύτες που ανοίγουν

αβγ: τα μάγουλα πάνω στα πεζοδρόμια

γ: άκου

αβ: ο κρότος

γ: ο κρότος της άνοιξης λες και τα λουλούδια ανθίζουν με έκρηξη

αβ: ο καπνός

γ: λες και τ’ όνειρο τρίφτηκε στα πόδια μας με λύσσα

αβ: η φωτιά

γ: λες και οι φτέρνες μας έχουν μνήμη

αβ: ο όχλος

γ: όλα τα όχι όλα τα ναι που δεν είπαμε

αβγ: είναι εδώ να κρυφτούμε κλειδώστε μια κρυψώνα μικρή κλείσε τα μάτια να μην μπει μέσα σου ο όχλος με τα μάτια που τσούζουν και κλαίνε όνειρο και άνοιξη και αύριο σαν αίμα το αύριο θα μπει απ’ τις χαραμάδες σαν κλέφτης θα κλέψει το μικρό σιωπηλό μας τίποτα με τις τεχνητές αναπνοές ο όχλος που βήχει και φωνάζει και κουνάει τα χέρια ρυθμικά απαιτεί είναι εδώ το εκεί είναι εδώ κι εμείς εδώ κι εδώ κι εδώ πόσο αλλιώτικο να ’σαι εδώ κι όχι εκεί με τα μάτια κλειστά κουλουριάσου γίνε αθώα κάνε πως δεν ήξερες κλειδώστε κλείδωσε κλειδώσου

 

 

Τέταρτη παρεμβολή

 

Τις ώρες που η νύχτα αρπάζει τον κόσμο από τις γάμπες με τα νύχια χαράζονται οι δρόμοι μόνοι τους και οι λέξεις δεν έχουν σημασία παρά μόνο τα αλαλάζοντα κύμβαλα του ονείρου με τα ανακατεμένα μαλλιά ζωσμένο τα χειροπόδαρα ψεύδη απροσδόκητα ανοίγω τα μάτια όπως μονάχα έτσι γίνεται άλλωστε εγώ Κέρβερος επί σφαγήν στήνω την αγχόνη μεταξωτή θα πληρώσουν αυτοί που περνούσαν τις πύλες μου δίχως να δακρύσουν από ευγνωμοσύνη θα γευτούν την αϋπνία μου όλα τα πρόσωπα θα είναι προφίλ όλοι οι λαιμοί πλαγιαστοί στις όχθες ορθάνοιχτα σύμφωνα και λοιμώδη φωνήεντα κι ο αέρας ανάμεσα στις σιωπές θα είναι δικός μου

 

(βγαίνουν από τη σκηνή)

 

 

Αστυνομικές δυνάμεις (παρεμβαίνοντας τρεις φορές στην όλη σκηνή) 

Εκτός σκηνής, με τηλεβόες

 

Πρώτη παρέμβαση

 

– Ήρθε η ώρα να τους τσακίσουμε.

 

Δεύτερη παρέμβαση

 

– Ήρθε η ώρα να τους τσακίσουμε. Πενθέα, μαζί θα συντρίψουμε το σιχαμένο πλήθος.

 

Τρίτη παρέμβαση

 

– Έλα.

 

 

Η Αδράστεια μένει μόνη να σιδερώνει

 

Δύο εκ των αστυνομικών δυνάμεων

Επί σκηνής

α

 

Ερχόμαστε απ’ το δρόμο 

Μόνο εμείς σωθήκαμε

Το πλήθος όρμηξε πάνω μας με λύσσα με τρεις γυναίκες επικεφαλής

Τρέξαμε ανάμεσα σε καμένα σπίτια

Χυμούσαν πάνω μας να μας ξεσκίσουν

αγόρια και παππούδες και μανάδες

και ήταν περισσότεροι από μας

πιο δυνατοί πιο θυμωμένοι

έκαιγαν και σπάγαν

και ξεκοιλιάσανε 

όποιον βρέθηκε μπροστά τους

τον άντρα σου οι τρεις γυναίκες

τον γδάραν ζωντανό

και το τομάρι του 

το κάνανε παντιέρα φονική

που οδηγεί τον όχλο

β

 

Από το δρόμο ερχόμαστε

Μόνο εμείς σωθήκαμε

Από το λυσσασμένο πλήθος

με τις τρεις γυναίκες αρχηγούς

Τρέξαμε ανάμεσα σε σπασμένα τζάμια

Έπεφταν πάνω μας να μας ξεσκίσουν

κορίτσια και γριές και πατεράδες

και ήταν δυνατότεροι από μας

ο δρόμος δεν τους χώραγε

πέσαν επάνω μας τυφλοί 

και σφάξανε

όποιον βρέθηκε μπροστά τους

και οι τρεις γυναίκες τον Πενθέα

τον γδάραν ζωντανό

και το τομάρι του

το κάνανε παντιέρα φονική

που οδηγεί τον όχλο

Κοριτσάκι (ένα μικρό αγόρι μεταμφιεσμένο – εμφανίζεται από το πουθενά)

– Αδράστεια, γιατί δεν είσαι στο δρόμο με τους άλλους;

 

Τα δύο μεγαλύτερα αγόρια κυνηγούν το μικρότερο, αποκαλύπτεται ότι είναι και αυτό αγόρι και βγαίνουν εκτός σκηνής. Την ίδια στιγμή, η Αδράστεια προβαίνει σε μία τελετουργία κατά την οποία μεταμορφώνεται σε μία γυναίκα-αρχέτυπο.

 

 

Τέλος

Θανάση Δεληγιάννη-Αντριάνας Μίνου, Αδράστεια, Άμστερνταμ 2010
φωτογραφίες: Αndrew Zamler-Carhart

https://thanasisdeligiannis.com/


Αδράστεια (trailer)


Θ. Δεληγιάννη - Αντ. Μίνου, Αδράστεια
ηχητικά αποσπάσματα

intro

children

climax

end

Ο Θανάσης Δεληγιάννης (Λάρισα, 1983) είναι συνθέτης και περφόρμερ.

https://thanasisdeligiannis.com/

 

Η Αντριάνα Μίνου (1982) είναι μουσικός, περφόρμερ και συγγραφέας.

http://www.andrianaminou.com/

http://www.biblionet.gr/author/108573/...